Χρήστος Μηλίτσης: Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΑ ΚΑΤΟΧΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ.

 Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΑ ΕΠΑΡΑΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΤΑΛΟΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

                                        Του Μηλίτση Χρήστου

Όταν οι Τούρκοι κατέκτησαν την Ελλάδα, έκλεισαν τα σχολεία και κατά συνέπεια έπαψε να υπάρχει παιδεία τη χώρα μας. Αρκετοί ‘Έλληνες εγγράμματοι που προέβλεψαν τη καταστροφή, έφυγαν στην ξενιτιά με σκοπό να εργαστούν εκεί και να κρατήσουν άσβεστη τη φλόγα του λυτρωμού μας. Στη ξενιτιά ίδρυσαν σχολεία, τύπωναν βιβλία έγραφαν κατάλληλα έργα και διαφώτιζαν έτσι τους ομογενείς στις διάφορες παροικίες στα ξένα και με τα διδάγματα και τα έργα τους γίνονταν οι διαφωτιστές του ευρωπαϊκού διαφωτισμού. Στη πατρίδα μας όμως η συμφορά και το πένθος  δεν είχα τελειωμό. Ο λαός έχασε κάθε επαφή με τη πνευματική ηγεσία και μοναδική ελπίδα του παρέμεινε η εκκλησία. Το βάρος έπεσε στον κλήρο. Αυτός με χίλιους δύο κινδύνους, κατόρθωσε μέσα στο κρυφό σχολείο να μεταδώσει τα λίγα κολλυβογράμματα  από το ψαλτήρι και τον οκτώηχο, κράτησαν ψηλά το φρόνημα στα παιδιά των υπόδουλου ραγιάδων,και πέτυχαν να μεταλαμπαδεύσουν από γενιά σε γενιά άσβεστη τη φλόγα της ελευθερίας. Ο κατακτητής για να κρατήσει τον Ελληνισμό μακριά από τη χριστιανική Δύση, αναγνωρίζει σαν αρχηγό του υπόδουλου Ελληνισμού τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γεννάδιο Σχολειό και με αλλεπάλληλα οφίκια και  βεράτια  του παραχωρεί αρκετά δικαιώματα,  τα οποία εν καιρώ βοήθησαν αρκετά τα απελευθερωτικά κινήματα των Ελλήνων. Έτσι ίδρυσε τη μεγάλη Σχολή του Γένους, την Αθωνιάδα Ακαδημία στο Άγιο-Όρος, στην οποία δίδαξαν επιφανείς δάσκαλοι, όπως ο Ευγένιος Βούλγαρης, Ο Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης, ο Παναγιώτης Παλαμάς, ο Ιωάννης Πέζαρος, κ.α. και στις  οποίες  μαθήτευσαν αρκετοί Φαναριώτες  που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην Εθνική μας ζωή. Αργότερα γύρω στον 17ον αιώνα παρατηρήθηκε κάποια σοβαρή άνθηση, γύρω από τα γράμματα και τις τέχνες και τούτο χάρις στο θάρρος, στις άοκνες προσπάθειες και στον ένθεο ζήλο των κληρικών της εποχής εκείνης. Με τη συνδρομή τους ιδρύονται και άλλες σχολές σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας όπως στην Αθήνα οι σχολές του Γρηγορίου Σωτήρη, του ηγουμένου Επιφανείου, και η σχολή του Ντέκα. Στο Μεσολόγγι η Μεσολογγίτης Ακαδημία. Η Μπαλανέα σχολή, η Μαρουτσαία, η Καπλάνειος και η Ζωσιμαία από τις οποίες αποφοίτησαν πολλοί σπουδαίοι άντρες της εποχής. Στα ορεινά Θεσσαλικά Άγραφα. O ιερομόναχος Ευγένιος Γιαννούλης, με τον μαθητή του Ιάκωβο, ίδρυσαν στην αρχή μια σχολή στο Καρπενήσι και αργότερα γύρω στο 1861-1862, ίδρυσε στα Βραγγιανά με τον μαθητή του Γόρδιο, στο Μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής στη Γούβα μια νέα Σχολή, που την ονόμασε Ελληνομουσείο Αγράφων. Στη Σχολή αυτή δίδαξαν μεγάλοι διδάσκαλοι του γένους, όπως ο Νικόδημος Μαζαράκης, ο πολύγνωστος Θεοφάνης, ο μοναχός Δαμασκηνός, ο ιερομόναχος Αναστάσιος Γόρδιος και πολλοί άλλοι. Από το σχολείο αυτό βγήκαν μεγάλοι πνευματικοί άνδρες, όπως ο Καλλίνικος, που έγινε Πατριάρχης, ο Ιάκωβος, ο Ιωνάς, ο Ζαχαρίας, ο Διονύσιος, ο Άνθιμος και ο Συμεών, που έγιναν Επίσκοποι. Στην Καστανιά των Αγράφων. Ο Κωνστάντιος ίδρυσε  το 1706 σχολή στην οποία δίδαξαν, οι Φουρνιώτες Γαβριήλ Καμπούρης ο Ρεντινιώτης και ο Βασίλειος Κοντόπουλος. Από την Καστανιά κατάγονταν ο Πατριάρχης Καλλίνικος 1630-1708. Από το Φουρνά κατάγονταν και ο Διονύσιος ο Ιερομόναχος, που υπήρξε σπουδαίος Αγιογράφος. Αυτός ίδρυσε στην ιδιαίτερη πατρίδα του σχολή, από την οποία βγήκαν σπουδαίοι δάσκαλοι και άριστοι ζωγράφοι, όπως ο σχολάρχης της Πατριαρχικής Ακαδημίας Στέργιος Μακραίος, ο Ιωάννης. Σκλαβόπουλος της σχολής Βουκουρεστίου, ο Ιώσηπος και ο Κύριλλος της Αθωνιάδος σχολής του Αγίου- Όρους. Ονομαστοί  ήταν και αρκετοί ζωγράφοι που κατάγονταν από διάφορα Αγραφιώτικα χωριά, καθώς ακόμα και  αγιογράφοι και ξυλογλύπτες, που στόλιζαν το Μοναστήρια με ζωγραφιές, αγιογραφίες, σκαλιστά τέμπλα, Δεσποτικούς θρόνους, άμβωνες και αναλόγια. Τέτοιοι ονομαστοί ζωγράφοι Αγραφιώτες, υπήρξαν ο Ρίζος, ο Ιωάννης και ο Αθανάσιος που βρίσκουμε τις υπογραφές τους στις τοιχογραφίες τους στο μεγάλο νάρθηκα της Αγίας-Τριάδος στα Μετέωρα. Επίσης στους μεγάλους ζωγράφους της εποχής συγκαταλέγεται και ο Θεόδωρος Oυριούς από την Αγιά, που τοιχογράφησε το ναό της Σκλάταινας (Δρακότρυπας). Σχολές μικρότερης σημασίας, υπήρχαν τα χρόνια της Τουρκοκρατίας στο Κεράσσοβο, στο Νεοχώρι, στη Ρεντίνα, και στα Μοναστήρια Τροβάτου, Σιάϊκας, Τατάρνας, Βράχας, Ρεντίνας και Κορώνας. Οι σχολές αυτές διατηρήθηκαν πολλά χρόνια και ανέδειξαν πολλές από αυτές μεγάλους πνευματικούς άνδρες που προσέφεραν μεγάλες υπηρεσίες στον αγώνα για το λυτρωμό του Έθνους. Επίσης πολύ συνετέλεσε στην ανέγερση σχολείων σε ολόκληρη την περιοχή των Αγράφων και ο πατήρ-Κοσμάς ο Αιτωλός που με τις νουθεσίες, τις συμβουλές και τις διδασκαλίες του, απάλυνε τον πόνο των ραγιάδων και αναπτέρωσε το φρόνημα για τη λευτεριά τους. Ο νέος Ελληνισμός οφείλει και  πρέπει, να διατηρήσει αιώνες την ευγνωμοσύνη του  προς τον Εθνάρχη και τους ήρωες των κρυφών Σχολείων καθώς σε όλους τους κληρικούς και δασκάλους και προ παντός στο σπουδαίο διαφωτιστή Αδαμάντιο  Κοραή, που έσπειραν το σπόρο  της Εθνικής μας αναγέννησης.

Πο μαύρα χρόνια γι την παιδεία μας,υπήρξαν τα χρόνια της Ιταλογερμανικης κατοχής                                                                     

Από τον Αλβανικό πόλεμο και μετέπειτα, στα  μαύρα χρόνια της κατοχής, χρονική περίοδο1941-44 είχε νεκρωθεί κυριολεκτικά ο τομέας στην εκπαίδευση και τα Ελληνόπουλα ζούσανε μέσα στο σκοτάδι, όπως περίπου στα 488 χρόνια της Τούρκικης κατοχής. Οι δάσκαλοι ήταν λιγοστοί και προ παντός μεγάλης ηλικίας γιατί οι νέοι είχαν επιστρατευτεί. Οι νέοι, το άνθος των δασκάλων πολεμούσε πάνω στα Αλβανικά βουνά και έγραφαν μαζί με όλους τους φαντάρους μας σελίδες ηρωισμού και αυταπάρνησης, σελίδες δόξας γιατί με την ορμή τους και τις καθημερινές νίκες τους ξαναζωντάνεψαν τις Θερμοπύλες, τον Μαραθώνα, το Σούλι τα Ψαρά και το Αρκάδι. Μετά την εισβολή των Γερμανών και τη συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου ο στρατός διαλύθηκε. Όσοι δάσκαλοι γλίτωσαν απ’ το πόλεμο της Αλβανίας στην κατοχή λόγω έλλειψης τροφίμων, φρόντιζαν να εξασφαλίσουν τα προς το ζην αναγκαία. Ποιος είχε την όρεξη να μπει στο σχολείο τότε και να διδάξει; και που υπήρχαν αίθουσες διδασκαλίας; Χωριά ολόκληρα είχαν γίνει παρανάλωμα του πυρός και είχαν σωριασθεί σε ερείπια Σχολεία και Εκκλησιές. Αν γλίτωσε απ’ το κάψιμο κάποια αίθουσα διδασκαλίας αυτή είχε μετατραπεί αργότερα σε κέντρο διερχομένων των ανταρτών στις απελευθερωμένες περιοχές ή σε Κοινοτικό κατάστημα. Με την επικράτησε του Ε.Α.Μ στην περιοχή μας, τα παλιά Κοινοτικά Συμβούλια διαλύθηκαν και τα νέα που δημιουργήθηκαν με τη Λαϊκή ψήφο, προσπάθησαν να βελτιώσουν λίγο την κατάστάση, αλλά δυσκολεύτηκαν αρκετά, γιατί δεν υπήρχε η κατάλληλη υποδομή. Καλούσαν τους δασκάλους όσους απ’ αυτούς  δεν πολεμούσαν στα βουνά και στους κάμπους τον κατακτητή, γιατί οι δάσκαλοι στο σύνολο τους σχεδόν υπήρξαν πρωτοπόροι στον αγώνας αντίστασης. Έγιναν τοπικά και Επαρχιακά Συμβούλια δασκάλων και έβαλαν τις βάσεις για το άνοιγμα μερικών Σχολείων. Σύνθημα τους Κανένα σχολείο κλειστό στην Ελεύθερη Ελλάδα, στις περιοχές που βρίσκονταν κάτω από την επιρροή και τον έλεγχο των ανταρτών, ψήφιζαν κονδύλια για τη μηνιάτικη ενίσχυση των δασκάλων, γιατί οι μισθοί που δίνονταν σ’ αυτούς από την κατοχική Κυβέρνηση του Τσολάκογλου σε όσους υπηρετούσαν στις πόλεις, δεν έφτανε να αγοράσουν ένα καρβέλι ψωμί. Ας σημειώσουμε εδώ ότι, οι Γερμανοί με τα κατοχικά νομίσματα που έκοπταν για τις κατεχόμενες χώρες, χωρίς αντίκρισμα, τα περιώνυμα τραπεζογραμμάτια «Ράϊς- Μαρκ» άδειαζαν τις Ελληνικές αγορές από τα είδη διατροφής και έτσι ήρθαν εκείνες οι μαύρες μέρες της πείνας και αφάνισαν στην κυριολεξία τον πληθυσμό, ιδίως των πόλεων. Όσοι έζησαν εκείνες τις μαύρες μέρες της κατοχής, θα θυμούνται σε όλη τους τη ζωή σαν ένα πραγματικό Εφιάλτη. Πάρ΄ όλα αυτά Εκπαιδευτικοί, Κοινοτικοί Σύμβουλοι και αντιστασιακές Οργανώσεις, διέβλεπαν ότι η μόρφωση των παιδιών ήταν επιτακτική και αναγκαία. Τα παιδιά με κανένα τρόπο δεν έπρεπε να μείνουν αγράμματα. Σε όλα τα ελεύτερα χωριά , έστω και σε πρόχειρα κτίσματα, ακόμη και σε καλύβες, άνοιξαν σχολεία. Σε μερικά μάλιστα λειτουργούσαν και Λαϊκά συσσίτια, Αγόραζαν γραφική ύλη και τη διένειμαν δωρεάν στους μαθητές. Διόριζαν τους αδιόριστους δασκάλους και για να καλύψουν έστω και πρόχειρα τα καινά, έστελναν νέους με Γυμνασιακή κατάρτιση στο Παιδαγωγικό Φροντιστήριο που είχε ιδρύσει στη Τύρνα το καλοκαίρι του 1944 η Π.Ε.Ε.Α. (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης), η γνωστή τότε Κυβέρνηση του Βουνού. Τα σχολεία λοιπόν λειτουργούσαν, έστω και σε υποτυπώδη κατάσταση, υπολειτουργούσαν, όμως δεν παρέμειναν κλειστά. Υπήρξαν περιπτώσεις να γίνονταν μαθήματα μέσα σε σκηνές, σε καλύβες ή κάτω από τα δέντρα όταν το επέτρεπε ο καιρός. Στις πόλεις που βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχο του κατακτητή τα πράγματα στην εκπαίδευση βρίσκονταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση, σε όλες τις βαθμίδες Στοιχειώδη και Μέση εκπαίδευση. Το διδακτηριακό πρόβλημα ήταν οξύ με την επίταξη των σχολικών κτιρίων από τους Γερμανούς. Το αναγκαίο προσωπικό έλειπε και όπως προαναφέραμε το επισιτιστικό πρόβλημα ταλάνιζε διδάσκοντες και διδασκομένους. Τα σχολεία λειτουργούσαν κατά τρόπον όχι αποδοτικό και όχι σε πλήρη σχολικά έτη. Από τα αρχεία της Γενικής Επιθεώρησης της Δ! Εκπαιδ. Περιφ. Θεσσαλίας σταχυολογούμε μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία για το κατάντημα και των Γυμνασίων της περιφέρεις μας. Έτσι από μια έκθεση του Γυμνασιάρχη Καλαμπάκας πληροφορούμεθα ότι τα μαθήματα για αρκετό καιρό γίνονταν σε παρεκκλήσια και ενώ η φοίτηση των μαθητών μέχρι της 13 Φεβρουαρίου του 1943 ήταν κανονική, καθώς επί λέξη αναφέρει, «Από τις 15ης οι μαθητές της υπαίθρου μεταβάντες εις τας ιδιαιτέρας των πατρίδας δια προμήθεια τροφίμων, δεν επανήλθον». Από αναφορά του Δ/ντού του Αστικού Σχολείου Μηλεών του Πηλίου το Νοέμβριο του !941 πληροφορούμεθα ότι «το πλείστο των μαθητών, ως και εις την προηγούμενη έκθεση αναφέραμε, -γράφει- διέκοψε την φοίτησην λόγω της δυσχερούς επισιτιστικής κατάστασης». Στο Γυμνάσιο της Καρδίτσας το πλείστον των καθηγητών πένονταν. Πίεζαν τους μαθητές τους να τους προσκομίσουν τρόφιμα, για να τους προβιβάσουν. Χαρακτηριστικό της κακής λειτουργίας των σχολείων στο διάστημα της κατοχής είναι το γεγονός ότι  υπήρχαν περιπτώσεις που σε μια χρονιά οι μαθητές έβγαζαν δυο τάξεις. Αυτό συνέβη και στο Γυμνάσιο Καρδίτσας. Σε μερικές πόλεις λειτουργούσαν εξωσχολικά φροντιστήρια. Ακόμα και τα Δημοτικά σχολεία σε μερικές περιπτώσεις λειτουργούσαν σε σπίτια μαθητών, ήτοι γιατί δεν υπήρχαν διδακτήρια, ήτοι διότι διδάσκοντες και διδασκόμενοι δεν μπορούσαν να φτάσουν με ασφάλεια στα σχολικά κτίρια. Εν πάση περιπτώσει, ενώ ο Ελληνικός λαός πολεμούσε τον κατακτητή, τα παιδιά του μάθαιναν έστω και λίγα γράμματα αγνοώντας τις επιταγές του Κέντρου, που ακολουθώντας την τακτική του κατακτητή δεν εννοούσε να ανοίξει όλα τα σχολεία της χώρας μας που παρέμειναν για αρκετό καιρό κλειστά.

                                ΤΟ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΤΥΡΝΑΣ

Όταν σχηματίστηκε η Π.Ε.Ε.Α, εκτός των άλλων ένα από τα κύρια μέτρα που έλαβε, ήταν να ανοίξουν όλα τα σχολεία που βρίσκονταν στις ελεύθερες περιοχές. Επειδή όμως υπήρχε έλλειψη διδακτικού προσωπικού καλούσε νέους που είχαν τελειώσει το Γυμνάσιο και τους έστελνε για βραχυχρόνια εκπαίδευση στο Παιδαγωγικό Φροντιστήριο της Τύρνας, με την προοπτική αργότερα να τους ξανακαλέσει για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. Αυτό έγινε το Καλοκαίρι του 1944 και διήρκησε δυο μήνες περίπου. Στο Φροντιστήριο ήταν Διευθύντρια η διεθνούς φήμης Παιδαγωγός Ρόζα Ιμβριώτη. Το διδακτικό προσωπικό αποτελούνταν, εκτός από τη Ρόζα που δίδασκε παιδαγωγικά και ψυχολογία, από το φιλόλογο καθηγητή Νίκο Παπαχατζή, γνωστό συγγραφέα αρχαιολογικών Θεμάτων που δίδασκε φιλολογία και το Φιλόλογο Ζορμπά, από τη Λαμία, τον Οδυσσέα Μπάτση από τα Τρίκαλα, το Μενέλαο Μούστο από το Λαμπερό που δίδασκε ειδική διδακτική, το Γιώργο Πέτσα από την Καρδίτσα που ήταν Δ/ντης του Πειραματικού Σχολείου και το δάσκαλο Μπαρμπουνάκη. Επίσης στο διδακτικό προσωπικό συγκαταλέγονταν ο Βουνεσιώτης Ζωγράφος Γιολδάσης και ο Κώστας Θεσσαλός που δίδασκαν σχέδιο και Ζωγραφική. Τα μαθήματα που διδάσκονταν ήταν Παιδαγωγική, ψυχολογία, φιλοσοφία, Ιστορία, πρακτικές ασκήσεις, σχέδιο  καλλιτεχνικά και ζωγραφική. Η διδακτική ύλη ήταν περιορισμένη μέσα στα πλαίσια του μικρού χρονικού διαστήματος που λειτούργησε η Σχολή. Οι μαθητές ανέρχονταν συνολικά στους 107 στη λήξη των μαθημάτων, ενώ  στην αρχή ήταν μόνο 85. Το προσωπικό έμεινε σε σπίτι που βρίσκονταν μέσα σε ελατόδασο. Οι μαθητές διέμειναν τρεις -τέσσαρες μαζί σε σπίτια του χωριού. Σχετικά με τη ζωή και τις σπουδές στο Φροντιστήριο η Ρόζα Ιμβριώτη στο περιοδικό Επιθεώρηση έγραφε. «Τα παιδιά στεγάστηκαν σε διάφορα σπίτια. Το προσωπικό μαζεύτηκε σε ένα μικρό ωραίο σπίτι, μέσα στα έλατα, μπροστά σε ένα θαυμάσιο Φαράγγι. Όλοι γύρω μας παραστέκουν. Ο Κίσσαβος συνταγματάρχης του Ε.Λ.Α.Σ, δάσκαλος το επάγγελμα, όλο με παίρνει τηλέφωνο και με ρωτάει για την υγεία μας. Μας στέλνει γιατρό. Ο Μπαρπουνάκης δάσκαλος κι’ αυτός γίνεται φύλακας Άγγελος του Φροντιστηρίου. Στέλνει και όλο στέλνει από διδακτικό υλικό ως τα καλύτερα φαγώσιμα κι όλο μας δίνει συμβουλές. Ο Πέτρος Κόκκαλης καθηγητής Πανεπιστημίου, μας κόβει συσσίτιο αξιωματικού και μας φροντίζει. Στέλνουν και περίφημους συνεργάτες. Φτάνει η Ξένη διπλωματούχος της Σορβόννης για το μάθημα της Ψυχολογίας. Φτάνει ο Ν. Παπαχατζής αρχαιολόγος για την ιστορία. Έρχονται οι καλύτεροι δάσκαλοι της Περιφέρειας. Ο Μενέλαος Μούστος, η Αδαμίδου, προς το τέλος φτάνει και ο Ζωγράφος Θεσσαλός. Μα το καμάρι του Φροντιστηρίου είναι το ανθρώπινο υλικό, οι σπουδαστές μας και οι σπουδάστριες, στην αρχή 85 και στο τέλος 107. Βλέπω γύρω μου τα νιάτα που έρχονται ύστερα από εφιαλτικά γεγονότα που γίνηκαν στην περιοχή τους, που έχουν καταματωμένα τα πόδια τους και αμυχές στα χέρια και στο πρόσωπο, που κρύφτηκαν σε φαράγγια και σε χαντάκια στις δημοσιές που πέρασαν την επικίνδυνη ζώνη, που τη θέρίζαν οι Γερμανοί και που γλίτωσαν από αλλεπάλληλα μπλόκα ώσπου να φθάσουν στην Τύρνα περπατώντας 10 και 15 μέρες. Βλέπω αυτά τα νιάτα να με κοιτάζουν με φρέσκια και παλικαρίσια μάτια γεμάτα εμπιστοσύνη. Όλοι και όλες είναι τελειόφοιτοι του Γυμνασίου ή σπουδαστές Παιδαγωγικής Ακαδημίας. Είναι προ πάντων κι’ αυτό το λένε με περηφάνια ΕΠΟΝΙΤΕΣ». Η φοίτηση στο Φροντιστήριο διήρκησε δυόμισι μήνες περίπου. Μετά την λήξη των μαθημάτων, οι σπουδαστές εξετάσθηκαν και πήραν το πτυχίο τους και διορίστηκαν σε σχολεία της περιφέρειας τους. Οι περισσότεροι από αυτούς μετά την απελευθέρωση συνέχισαν τις σπουδές σε Παιδαγωγικές Ακαδημίες και ακολούθησαν το επάγγελμα του δασκάλου. Αρκετοί από τους σπουδαστές της Τύρνας συνελήφθησαν στο διάστημα του εμφύλιου σπαραγμού και υπέστησαν τα πάνδεινα από τις παρακρατικές οργανώσεις και άλλοι πάλι εξορίστηκαν από το επίσημο Κράτος. Πέρασαν τόσα χρόνια από τότε. Το κράτος ύστερα από μισόν αιώνα αναγνώρισε επίσημα την Εθνική Αντίσταση. Η γενιά των αγωνιστών κοντεύει να εξαφανισθεί και όμως δυστυχώς ακόμα και σήμερα υπάρχουν νοσταλγοί του παρελθόντος της καταραμένης εκείνης εποχής. Δεν θέλουν να παραδεχτούν ότι υπήρξε Εθνική Αντίστάση, γιατί δεν την έζησαν. Δημοκρατία έχουμε και είναι δικαίωμα του καθ’ ενός να πιστεύει ότι θέλει. Ωστόσο, πιστεύω, ότι κανείς τώρα δεν έχει το δικαίωμα να ξεθάβει γεγονότα από τα περασμένα εκείνα χρόνια του εμφυλίου σπαραγμού, να ξύνει παλιές πληγές που με το πέρασμα του χρόνου έχουν κλείσει και να ξανασπείρει τη διχόνοια το μεγάλο ελάττωμα της φυλής μας. Η νέα γενιά, έχει το δικαίωμα και πρέπει να ζήσει ειρηνικά, απαλλαγμένη από διχόνοιες, μίση και πάθη που μας τα σπέρνουν οι ξένοι και τα θερίζουμε εμείς. Η νέα γενιά πρέπει να έχει διαχρονικά για πυξίδα έργα που υποβοηθούν στην πραγμάτωση της ειρήνης, της ομόνοιας, της αγάπης και όχι μίση και διχόνοιες. Ποτέ δεν πρέπει να ξεχάσει τη σοφή λαϊκή παροιμία» η Ομόνοια χτίζει σπίτι και η διχόνοια το γκρεμίζει