Μαύρο Μεσενικόλα

Στον Μεσενικόλα, στο Μοσχάτο και στο Μορφοβούνι (τρία χωριά του δήμου Πλαστήρα) καλλιεργείται η μοναδική στην Ελλάδα ποικιλία σταφυλιού «Μαύρο Μεσενικόλα».

Η προέλευση της ποικιλίας αυτής είναι άγνωστη. Κατά μία εκδοχή αναπτύχθηκε με την εξέλιξη κάποιας παλιάς ντόπιας ποικιλίας. Κατά μία άλλη εκδοχή η ποικιλία αυτή μεταφέρθηκε στην περιοχή στα χρόνια της Φραγκοκρατίας από τους κατακτητές. Όπως και να έγινε, η ποικιλία αυτή μαζί με το «μπατίκι» έκανε τον Μεσενικόλα φημισμένο για τα κρασιά του.

Είναι ποικιλία μετρίως παραγωγική, ευαίσθητη στην ανθόρροια και το ωΐδιο, ανθεκτική όμως στην ξηρασία, τον περονόσπορο και το βοτρύτη.

Κάνει σταφύλι μέσου μεγέθους, κωνικό ή κυλινδροκωνικό, συνήθως διπλό και πυκνό. Η ρόγα, που όταν ωριμάσει καλά έχει μαύρη φλούδα, είναι σφαιρική, μέτριας σκληρότητας, πλούσια σε τανίνη, φτωχή σε οξέα, με σάρκα χυμώδη, άχρωμη και γλυκιά.

Το κλάδεμα γίνεται κοντό (δύο-τρεις οφθαλμοί) και η ωρίμανση ολοκληρώνεται στο τέλος του Σεπτέμβρη.

Η παραγωγή κυμαίνεται σε 700-1000 κιλά ανά στρέμμα στους ξηρικούς αμπελώνες.

Η ποικιλία «Μαύρο Μεσενικόλα» όταν οινοποιηθεί σωστά δίνει οίνους ποιότητας με λεπτά αρώματα. Σήμερα με ανάμιξη της ποικιλίας «Μαύρο Μεσενικόλα» 70% με τις ποικιλίες Syrah και Carignan 30% παράγεται το κρασί ονομασίας προέλευσης ανώτερης ποιότητας (V.Q.P.R.D.) «Μεσενικόλα».