ΚΕΡΑΣΟΠΟΥΛΑΣ: Ο ΑΡΠΑΓΑΣ |
Ο ΑΡΠΑΓΑΣ Μια μέρα προσευχόμουνα Στον Ύψηστο θεό Να μ’ έκανε με το ραβδί Ότι ήθελα εγώ Το σκεφτόμαν συνέχεια Σαν τι να του ζητήσω Απ’ όλα τα επαγγέλματα Πιο να εξασφαλίσω Για να με κάνει ο Δάσκαλο Γράμματα να μαθαίνω Του κόσμου όλα τα παιδιά Χωρίς ποτές να Δέρνω Μα πάλι το μετάνιωσα Τέτοια δουλειά δεν κάνω Γιατί θα λέω ψέματα Μέχρι που να πεθάνω Θα λέω τα κατορθώματα Οι Ήρωες που είχαν κάνει Μα δεν θα λέω στα παιδιά Πως είχανε πεθάνει Πως κάποιος του Δικάσανε Και φυλακή τους ρίξαν Και άλλον στης Ακρόπολης Τον βράχο τον γκρεμίσαν Άμα με κάνει όμως Γιατρό Πάλι καλά δε ‘θανε Όποιος σε με θα ‘ρχότανε Μπορούσε να πεθάνει Γιατί σε κάθε επίσκεψη Στα χέρια θα κοιτούσα Αν δεν κρατούσε χρήματα Θα τον απαρατούσα Αν δικηγόρο μ’ έκανε Τρανό μεσ’ την Αθήνα Θα τσάκωνα πολλά λεφτά Θα την περνούσα φίνα Ψέματα θα αράδιαζα Εγώ πάρα πολλά Και όλους θα αθώωνα Που είχανε λεφτά Αν όμως τα κατάφερνα Να γίνω υπουργός Σαν το Σαράκι θα’ τρωγα του κάθε ενός το βιος Τότε θα με ψηφίζανε Αθρόα οι πολίτες Καθόλου δε θα μ’ ένοιαζε Αν ήτανε κοπρίτες Πολύ όμως θα το’ θελα Δήμαρχο να με κάνεις Φοβάσαι όμως θεούλη μου Μήπως το παρακάνεις Έτσι που είμαι άπληστος Θα έταζα αράδα Πως έργα θα τους έκανα Μικρά μα και μεγάλα Τα ξύλα όλα απ’ τα χωριά Εγώ θα τα πουλούσα Και απ’ τους κεραντζήδες μου Μίζα θα κονομούσα Τα χρήματα θα μάζευα Με κέφι και μανία Κι επιταγή θα τα’ κανα Να παν στην Ελβετία Γι’ αυτό λοιπόν θεούλη μου Άσε με έτσι να’ με Να πίνω το κρασάκι μου Κι ήσυχος να κοιμάμαι ΚΕΡΑΣΟΠΟΥΛΑΣ |