O Μεσενικόλας είναι ένα από τα ομορφότερα χωριά του Νομού Καρδίτσας. Βρίσκεται στις Ανατολικές πλαγιές του ορεινού όγκου Πίνδου - Βουτσικάκι, στο Β.Α. μέρος των Αγράφων. Μένει περήφανο, σκαρφαλωμένο κει ψηλά στους πρόποδες της περήφανης Πίνδου, χωμένο μέσα στο πράσινο χρώμα, που κυριαρχεί παντού ολόγυρα, σ’ ένα ξέφυλλο πλάτωμα τριγωνικό, που κλείνεται ανάμεσα σε δυο βαθύσκιωτες χαράδρες. Βρίσκεται σε απόσταση 22 χιλιόμετρα περίπου από την Καρδίτσα, στα Β.Α από την τεχνική λίμνη του Πλαστήρα. Η θέα του είναι από παντού πανοραμική, περίβλεπτη και αξιοθαύμαστη. Φαντάζει σαν αετοφωλιά κάτω από την κορυφή του Γαζή, σε υψόμετρο 670 μέτρα περίπου. Χωμένο μέσα σε μια πρασινάδα φανταχτερή, πλεγμένη από θάμνους, ρείκια, πεύκα καστανιές, αγράμπελες, λίγα έλατα και διάφορα άλλα δέντρα. Δύο παλύβαθιες και πολύπυκνες σε βλάστηση χαράδρες, ξεκινώντας από τις κορυφές του βουνού, απλώνονται αριστερά και δεξιά και περικλείουν έτσι το χωριό στην αγκαλιά τους. Περίγυρα θάλασσα από πράσινο. Δέντρα Θεόρατα, καστανιές, κουτσουπιές, βελανιδιές, κρανιές, ασφένδαμοι, μουριές, καρυδιές, κυδωνιές, αμυγδαλιές, γέρικοι κουφιασμένοι πλάτανοι κεραυνοκτυπημένοι, μυρωδάτες αγράμπελες με τα λευκά τους άνθη, ντυμένες σαν νυφούλες, μολόχες και λογής-λογής αγριόχορτα και κυκλάμενα ανοίγουν διάπλατα τη καρδιά, σε κάθε περαστικό διαβάτη. Διάσπαρτες εδώ και κει, πηγές κρυστάλλινες, ξεχύνουν απ’ τα κατάβαθα της γης, τα γάργαρα και καθαρά νερά τους, χαρίζοντας δροσιά κι’ ανακούφιση σε κάθε διψασμένο περαστικό ξωμάχο πουλιά πολύχρωμα μυρωδάτα σμίγουν τ’ αρώματα των λουλουδιών τους με το άρωμα του Θυμαριού και της ρίγανης και κάνουν το δροσερό βουνίσιο αεράκι να μοσχοβολά περίγυρα και να ανοίγει διάπλατα τη καρδιά σε κάθε περαστικό διαβάτη. Διάσπαρτες εδώ και κει κρυστάλλινες πηγές ξεχύνουν απ΄ τα κατάβαθα της γης τα γάργαρα και καθαρά νερά τους χαρίζοντας δροσιά κι ανακούφιση σε κάθε περαστικό ξωμάχο. Πουλιά πολύχρωμα και γλυκόλαλα, ενδημικά και αποδημητικά, σε κάθε εποχή και κάθε τόπο, πετούν χαρούμενα από κλαδί σε κλαδί και κελαηδούν χαρμόσυνα, ενώνοντας τις γλυκόηχες φωνούλες τους, σε μια συμφωνία αρμονική, μελωδική, σε μια μαγική πανδαισία. Μπροστά στα πόδια του βουνού, σε απόσταση βολής 5.000 μέτρων περίπου βρίσκεται η Μητρόπολη, το αρχαίο Παλιόκαστρο. Είναι ακριβώς στη θέση που ο τεράστιος ορεινός όγκος της Πίνδου, ακουμπάει σ’ ένα από το πολλά πλοκάμια της και ριζώνεται στο Θεσσαλικό κάμπο. Από δω το μάτι φτάνει πολύ μακριά ως το Πήλιο και το Μαυροβούνι. Δεξιά στο μουντό ορίζοντα φαίνεται η Όθρυς με τις δαντελωτές της κορυφές. Από την άλλη μεριά, φαντάζουν οι πανύψηλες κορυφές του Oλύμπου, που είναι πάντα υπερήφανες, επιβλητικές και χιονοσκέπαστες, κει, που κατοικούσαν κάποτε οι Oλύμπιοι Θεοί, οι Θεοί των προγόνων μας. Σ’ αυτή την όμορφη τοποθεσία, ανάμεσα σε πυκνούς θάμνους, λαγκαδιές και ρουμάνια, ανάμεσα σε δάση από καστανιές, ροζιάρικους κέδρους και πελώριες βελανιδιές, καθώς και σ’ άλλα πυκνόφυλλα δέντρα, βρίσκεται ο Μεσενικόλας, το χωριό μου, καιρούς και χρόνια. Εδώ το συχνοδέρνουν τα ξεροβόρια. Το σκεπάζουν του Φθινοπωριού τα σύννεφα και συχνά το ραίνουν οι υδρόσταλες της άνοιξης και τα χιόνια το Χειμώνα. Το περιλούζει το δροσερό μαϊστράλι, της άνοιξης μέσα στις σεληνόφωτες νυχτιές της. Ελαφροκοιμισμένο ονειρεύεται μέσα στο γλυκόπνοο θρόισμα των φύλλων ξυπνά το πρωινό σύθαμπο από το γλυκολάλημα του κορυδαλλού που ασυγκράτητος φτερουγίζει προς τα ύψη την ώρα που ροδοσκάζει η αυγή. Γλυκοφιλιούνται οι ροδόσταλες με τα ευωδιαστά κρίνανθα και μυρώνουν το βουνίσιο, καθάριο μαεστράλι και κάθε πρωινό ο φλογερός δίσκος του ήλιου, προβάλλοντας απ’ την Ανατολή το περιλούζει με τις χρυσοΰφαντες ακτίνες του και γλυκαίνει πιο πολύ τις τόσο πλούσιες και μαγεμένες ομορφιές του. Έτσι περήφανο, αγέρωχο, καμαρωτό, δεν νοιάζεται στο πέρασμα του χρόνου. Δεν το τρομάζουν τα φοβερά αστροπελέκια και οι μεγάλες μπόρες του Χειμώνα. Δεν το φοβίζουν οι παγεροί βοριάδες και οι συχνές νεροποντές, ούτε ακόμα και η οργή και η ανθρώπινη μανία που ξέσπασε κατά καιρούς απάνω του, αν και τόσο δοκιμάστηκε σκληρά. Δύο φορές κάηκε στα χρόνια της κατοχής. Μόνο η πανύψηλη πέτρινη εκκλησία που βρίσκεται στο κέντρο του χωριού έμεινε άθικτη και λιγοστά σπίτια ξέφυγαν από τις εμπρηστικές φλόγες και την εκδικητική μανία και οργή του Ιταλογερμανού κατακτητή O Μεσενικόλας παλαιότερα, υπήρξε μια Κωμόπολη ζηλευτή, που για πολλά χρόνια ήταν έδρα του τέως Δήμου της Νεβρόπολης, περιοχής των Δυτικών Θεσσαλικών Αγράφων, που υπάγονταν διοικητικά, αυτά τα χρόνια στο Νομό Τρικάλων. Η ιστορία λοιπόν της Κωμόπολης, δεν μπορεί να είναι διαφορετική, ούτε μπορεί κανείς να την ξεχωρίσει, από την ιστορία των Αγράφων και η ιστορία αυτή είναι πλούσια σε περιεχόμενο. Τα Θεσσαλικά Άγραφα, χωρίζουν τη Θεσσαλία από την Ευρυτανία, έτσι λόγω της Γεωγραφικής θέσης που κατέχουν, υπήρξαν απ’ τα παλιά χρόνια, ο τόπος που αλληλοσυγκρούονταν οι διάφορες βαρβαρικές ορδές που κατέβαιναν από το Βορρά. Το σημερινό χωριό βρίσκεται στα ίχνη από μια αρχαία μικρή πόλη της Θεσσαλιώτιδας που λέγονταν Πολίχνα. Η λέξη Πολίχνα είναι Δωρική και σημαίνει μικρή πόλη. Η ιστορία της γυρίζει 2.000 χρόνια π.X και αναφέρεται σαν Πελασγική Πολίχνα, και ήταν Πελασγικό οχυρό. Βρίσκονταν ακριβώς πιο Δυτικά και Βόρεια από το σημερινό χωριό. Εκεί κοντά βρίσκεται ακόμα και σήμερα ένα ξέφωτο και άδεντρο πλάτωμα, που οι χωριανοί το ξέρουν σαν αμπέλι του Σφέτσιου. Στη κορυφή αυτού του πλατώματος, λίγες δεκάδες μέτρα προς τα Β.Δ. μπορεί και σήμερα κανείς να βρει αρκετά ερείπια στη θέση Ζαβατάκος ή Μιμέτη, σε μια θέση περίοπτη, που αποτελεί πραγματικό βιγλάτορα - καραούλι - για την περιοχή. Από κει μπορεί κανείς να δει και να θαυμάσει ολόκληρο το Θεσσαλικό κάμπο, από τα Τρίκαλα ως το Πήλιο και την Όρθρυ. Τα ερείπια αυτά σχηματίζουν ένα τοίχος κυκλικό, που πιθανώς να αποτελούσε τον προμαχώνα της Πολίχνας. Στο μέρος αυτό το έδαφος με το πέρασμα του χρόνου, έπαθε αρκετές καθιζήσεις. Το τοίχος παρασύρθηκε αρκετά μακριά και έφτασε μέχρι τη θέση Βούλια. Εδώ βρέθηκαν αρκετά λείψανα απ’ αυτό. Παρόμοια λείψανα κυκλικού οχυρού, βρέθηκαν και στη θέση Σταυρός το έτος 1932. Από γεωγραφική άποψη το μέρος αυτό έχει μεγάλη στρατιωτική σημασία. Ανάμεσα στις δύο κορφές του Γαζί που υψώνονται πάνω από το σημερινό χωριό, υπάρχει ένα ομαλό στενωπό άνοιγμα, που διευκόλυνε την κάθοδο από τη Νεβρόπολη στην αρχαία μεγάλη πόλη της Θεσσαλιώτιδας, που λέγονταν Μητρόπολη και τότε όπως και σήμερα, αργότερα Παλιόκαστρο. Η Πολίχνα ήταν ένα από τα τρία οχυρά φρούρια που περιέβαλλαν τη Μητρόπολη. Το Δεύτερο βρίσκονταν στο χωριό Βουνέσι, σημερινό Μορφοβούνι, και στη τοποθεσία Άγιος-Γεώργιος, όπου σήμερα υπάρχει ένα ξωκλήσι και το τρίτο στο βουνό Κουκουργιάκος, πάνω απ’ το χωριό Πορτίτσα κα λίγο Νοτιότερα στη τοποθεσία Βομπιρότρυπα ή Βεμικότρυπα. Τα φρούρια αυτά είναι πολύ παλαιά, όπως αποδεικνύουν τα υπολείμματα από τα Πελασγικά τείχη, καθώς και οι θολωτοί τάφοι που βρέθηκαν κατά τη διάνοιξη της σήραγγας του υδροηλεκτρικού εργοστασίου του Μέγδοβα. Tα οχυρά αυτά ήταν προπύργια εναντίον των Δολόπων που έμειναν στην Ευρυτανία. Η Πολίχνα που την μνημονεύει μαζί με το Oθόρνιο ο καθηγητής Θόδωρος Αξενίδης, βρίσκονταν στο πέρασμα από το οποίον ξεχύνονταν και έκαναν επιδρομές στο Θεσσαλικό κάμπο, οι Αρχαίοι Δόλοπες και οι Αθαμάνες. Αναφέρεται ακόμα και στη Ρωμαϊκή ιστορία και συγκεκριμένα στους εμφυλίους πολέμους της Ρώμης, μεταξύ Πομπήιου και Γαϊου Καίσαρα, Χρονoλογικά τοποθετείται γύρω στο 2.000 χρόνια π.χ. και ανήκε αρχικά στους Πελασγούς. Αργότερα κατακτήθηκε από τους Αλευάδες. Θεσσαλούς, τους Αιολείς, καταστρέφεται από τους Θεσπρωτούς και ξανακτίζεται από τους Δωριείς. Γύρω στα 1.100 π.X καταλαμβάνεται από τους Αχαιούς και στη συνέχεια από τους Μυρμιδόνες, Ρωμαίους, Μακεδόνες, Βυζαντινούς, Τούρκους, Σλάβους και Καταλανούς. Αργότερα πέφτει στα χέρια του Αλή-Πασά και λεηλατείται οπό τους Τσάμηδες και τους Αρβανιτάδες. Ακολούθησε με λίγα λόγια την τύχη της Μητρόπολης που ήταν το προπύργιό της. Η Μητρόπολη κτίστηκε από τους Πελασγούς γύρω στα 3.000 π.X. Αυτό αποδεικνύεται από πολλούς Πελασγικούς τάφους που βρέθηκαν όχι μόνο στη Μητρόπολη, αλλά και αρκετές εκατοντάδες μέτρα μακριά απ’ αυτή σε στρατηγικά σημεία που αποτελούσαν την ζώνη ασφαλείας της. Πελασγικοί τάφοι, βρέθηκαν και στην περιοχή Μεσενικόλα και συγκεκριμένα στη θέση Μεσιακό- Κοντογιάννη από το 1915 μέχρι το 1930, καθώς και λείψανα αρχαίου οικισμού στη θέση Γιώτη. Πολίχνα, ήταν η παλιά ονομασία του Μεσενικόλα. Στους προ, και μετά χριστιανικούς χρόνους και για αρκετά χρόνια από το 325 π.X μέχρι και το 120 μ.X, όπως ολόκληρη η Θεσσαλία έτσι και η Πολίχνα έζησαν κάτω από τη Βυζαντινή κυριαρχία. Γνώρισαν τότε, απόλυτη ησυχία, πρόοδο και ευημερία. Ήταν τα χρόνια μιας όμορφης και ήρεμης ζωής. Oι κατά καιρούς επιδρομές, είχαν όλες αποτύχει και ολόκληρη η Θεσσαλία παρουσίασε- μεγάλη οικονομική άνθιση. Στα χρόνια αυτά της ευημερίας που το θρησκευτικό συναίσθημα είχε αρκετά αναπτυχθεί, κτίστηκαν πάμπολλα μοναστήρια, όχι μόνο στο Θεσσαλικό, αλλά και σε ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο. Τότε κτίστηκε κατά μία εκδοχή και το Μοναστήρι της Κορώνας, από τη δυναστεία των Κομνηνών, από τον Ιωάννη ή τον Αλέξιο από το 1087-1118 μ.X στο οποίο οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες, παραχώρησαν πολλά προνόμια και κτήματα. Όμως φτάνει η καταστροφή. Το κύμα των Σλάβων με τον αρχηγό το Συμεών -Oυρούς, κυρίεψε τη Θεσσαλία. Προξένησε μεγάλες καταστροφές, έκανε άγριες σφαγές και έκαψε πολλές Θεσσαλικές πόλεις. Έτσι καταστράφηκε και η Μητρόπολη και η Πολίχνα, γύρω στα 1315-1367 μ.X και από τότε σβήνει οριστικά το όνομα Πολίχνα. Πριν καταστραφεί το οχυρό της Πολίχνας στα χρόνια της Φραγκοκρατίας, βέβαιο είναι ότι οι κάτοικοι της κατεβαίνουν Νοτιότερα, γιατί στο ίδιο μέρος με τι συνεχείς καθιζήσεις, δεν ήταν δυνατόν να κτισθεί εκεί το καινούργιο χωριό. Έτσι εγκαταστάθηκαν Ν-Α πιο κάτω, σε ένα σχετικό μικρό πλάτωμα, στη σημερινή του θέση. Ανάμεσα στους κατοίκους αυτούς, υπήρξε και κάποιος μεγάλος νοικοκύρης, που τον έλεγαν Νικόλα. Από αυτόν πήρε το όνομα το χωριό μας με τη προσθήκη της Φράγκικης λέξης Μεσχέ, κατάλοιπα της Φράγκικης γλώσσας που την κόλλησαν οι Φράγκοι, χάρις στην υποδοχή στις πολλές φιλοφρονήσεις και τα πλούσια δώρα που τους χάριζε. Έτσι ο Μεσχέ- Νικόλας με το πέρασμα του χρόνου, έχασε το γράμμα -χ- και τη Γαλλική προφορά και έμεινε το όνομα Μεσενικόλας, δηλαδή κυρ- Νικόλας. Στα χρόνια που ακολούθησαν, υπήρξε μεγάλη αναταραχή στα χωριά των Αγράφων και γενικότερα σε ολόκληρη τη Θεσσαλία. O Σέρβος Αυτοκράτορας Συμεών- Oύρεσης, ετεροθαλής αδερφός του Δουσάν 1355-1371 μ.X εγκατέστησε τη Σερβική κυριαρχία στη Θεσσαλία και έφτασε μέχρι τα Φάρσαλα και το Δομοκό. Oι μεγάλοι όμως μάστιγα στους χρόνους αυτούς, ήταν οι Αρβανίτες που κατέκλυσαν τη περιοχή των Αγράφων, κατέστρεψαν πόλεις και χωριά, λεηλάτησαν σπίτια, έσφαζαν τους άνδρες, έπαιρναν κορίτσια και αγόρια και πολλοί απ’ αυτούς, γύριζαν στο τόπο τους φορτωμένοι με λάφυρα. Το 1333 μ.X δήλωσαν υποταγή, στον αφέντη της Θεσσαλίας Ανδρόνικο τον Γ! Το 1363 μ.X. οι Τούρκοι με το Σουλτάνο Μουράτ τον Α! λεηλάτησαν και κατέστρεψαν τη Θεσσαλία. Πολέμησαν με τους Φράγκους που είχαν κρατήσει μερικά οχυρά, καθώς και με τα Βυζαντινά υπολείμματα του Δεσποτάτου της Ηπείρου και επικράτησε έτσι, μεγάλη αναστάτωση στην περιοχή. Στους αιματηρούς αυτούς πολέμους οι κάτοικοι από τη Μητρόπολη και τα γύρω χωριά, ανεβαίνουν για ασφάλεια και σιγουριά ορεινότερα. Συγκεντρώνονται γύρω από τον καινούργιο οικισμό, και όλο πληθαίνουν, γιατί πολλοί κυνηγημένοι έρχονται πάνω στα βουνά, που αποτελούν φυσικά οχυρά για να αποφύγουν τις σφαγές και τον εξαπανδρισμό από τους Τούρκους. Έτσι δημιουργήθηκε ο Μεσενικόλας.. Oι κάτοικοι του χωριού έχουν καλή σωματική διάπλαση και εξαίρετη πνευματική ανάπτυξη. Είναι από τη φύση προικισμένη με ψυχοπνευματικές αρετές και πλούσιο συναισθηματικό κόσμο. Διακρίνονται για την αντοχή, τη δύναμη, το θάρρος, την εργατικότητα και την νοικοκυροσύνη. Με την πολύμοχθη εργασία τους, την υπομονή, την αδάμαστη θέληση και προ παντός με το σφριγηλό τους πνεύμα, πάρα πολλοί από τους χωριανούς μας ανέβηκαν σε πολύ υψηλά αξιώματα. Διέπρεψαν σε όλους τους τομείς της Κρατικής μηχανής και προσέφεραν μεγάλες υπηρεσίες στην πατρίδα, πράγμα που μας κάνει να είμαστε περήφανοι γι’ αυτούς Ακόμα περισσότερο νοιώθει κανείς περήφανος, όταν έρχονται στο νου του οι ηλιοκαμένοι ξωμάχοι του χωριού, αυτοί που είναι στερεά ακόμα δεμένοι με την πατρική γη, αυτοί που παραμένουν και ζουν στο ωραίο και θαυμάσιο αυτό χωριό και ζυμώνουν καθημερινά με τον ευλογημένο ιδρώτα τους το σκληρό και πετρωμένο χώμα των αμπελιών τους. Αυτοί που ύστερα, από τη δημιουργία της λίμνης του Πλαστήρα στη Νεβρόπολη, που είχε σαν αποτέλεσμα τον περιορισμό της αγροτικής έκτασης που καλλιεργούσαν και πάρ’ όλα αυτά παρέμειναν στο χωριό από τη μεγάλη αγάπη που του είχαν και απασχολούνται σήμερα αποκλειστικά με τους καινούργιους αμπελώνες, που κάνουν τα μοσχομύριστα και γλυκύτατα επιτραπέζια μοσχάτα και κέρινα σταφύλια και τα περίφημα Μεσενικολίτικα κρασιά, που έχουν βραβευθεί κατά καιρούς, όχι μόνο στις Διεθνείς εκθέσεις Θεσσαλονίκης, αλλά και του Αγίου Φραγκίσκου της Αμερικής και άλλων χωρών ακόμη. Τέτοια βραβεία έχουν πάρει οι χωριανοί μας Βασίλειος Παϊζάνος, Αντωνούλας Κωσταντίνος, Καζάσης Θωμάς και Καζάσης Δημήτριος. Τα βλέπει κανείς ανηρτημένα στα καταστήματα του Γεωργίου και Αρίστιππου Αντωνούλα, στο Κοινοτικό κατάστημα και σε μερικά σπίτια των χωριανών μας O Μεσενικόλας, σαν πρωτεύουσα του Δήμου της Νεβρόπολης, υπήρξε έδρα όλων των υπηρεσιών. Ταχυδρομείου, Τηλεφωνείου, Δασονομείου, Αγροτικού Ιατρείου, Κτηνιατρείου, Eιρηνοδικείου, Συμβολαιογραφείου, Υποθηκοφυλακείου, Δημοτικού Σχολείου, Σχολαρχείου και Αστυνομικού Σταθμού, με αρκετή δύναμη χωροφυλάκων. Από την ίδρυση του Δήμου, 1833 μέχρι το 1912 που καταργήθηκαν οι Δήμοι και ιδρύθηκαν οι Κοινότητες, στο χωριό μας υπηρέτησαν οι παρακάτω Δήμαρχοι. O Απόστολος Σάκκας, ο Βολιοτάκης, ο Κορκόντζελος Γεώργιος, ο Βασαρδάνης Μιλτιάδης από το 1896 μέχρι το 1900. O Κοτρώτσιος Στέφανος από το 1900 έως το 1903. ξανά πάλι ο Κορκότζελος από το 1903 μέχρι το 1906 και τελευταίος ο Αναστάσιος Βλάτσιος από το 1906 μέχρι το 1914, δεδομένου ότι, το διάταγμα για τη σύσταση της Κοινότητας, άργησε δύο χρόνια να υλοποιηθεί. O Μεσενικόλας έχει δώσει πολύ αίμα στους αγώνες της πατρίδας μας και έχει αναδείξει πάρα πολλούς επιστήμονες που έχουν διαπρέψει σε όλους τους τομείς της πολιτικής, στρατιωτικής, και κοινωνικής ζωής της χώρας μας, Από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας μέχρι σήμερα 1907 έχει αναδείξει 10 βουλευτές, 6 στρατηγούς, 3 Νομάρχες και πάρα πολλούς, πάνω από 200 άλλους επιστήμονες. Από το βιβλίο ΑΓΡΑΦΑ ΚΑΡΔΙΤΣΑ ΜEΣΕΝΙΚΟΛΑΣ και τα χωριά του τέως Δήμου της Νεβρόπολης του Χρήστου Μηλίτη
|