spacer.png, 0 kB
Χρήστος Μηλίτσης: ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ Εκτύπωση E-mail

 ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ.

                                                        Γράφει Ο Χρήστος Μηλίτσης  


Δεν ήταν μόνο οι άντρες που πολέμησαν σκληρά τον κατακτητή, αλλά και πολλές γυναικείες μορφές διακρίθηκαν στους απελευθερωτικούς αγώνας του Έθνους μας. Oι Σουλιώτισσες, οι ηρωίδες της Αραπίτσας, η Μπουμπουλίνα, η Μαντώ Μαυρογένους, η Τζαβέλαινα, η Γιωργάκινα, η Λιάκαινα, η Κατερίνα Μακρυγιάννη και τόσες άλλες, πολέμησαν με το ντουφέκι δίπλα στους άνδρες τους και έδωσαν τη ζωή τους στον αγώνα για τη λύτρωση της φυλής μας. Η γυναίκα στα δύσκολα αυτά χρόνια της σκλαβιάς, ήταν ο στόχος των Τουρκαλβανών, που τις συνελάμβαναν, ήτοι για να κορέσουν τις κτηνώδεις ορέξεις τους, ή για να πλουτίσουν τα χαρέμια των μπέηδων και των πασάδων. Μια τέτοια περίπτωση μας διηγείται ο Λουκόπουλος για την Κατερίνα Μακρυγιάννη όπως αναφέρω πιο κάτω. Η Μπουμπουλίνα έδωσε όλη της τη μεγάλη περιουσία στον αγώνα. Έλαβε μάλιστα και προσωπικά μέρος στις πολιορκίες της Ναύπακτου και Μονεμβασιάς. Έπαιρνε μέρος στα πολεμικά συμβούλια και η συμβολή της ήταν πάντοτε σεβαστή. Για τις μεγάλες αυτές προσφορές στον αγώνα της απονεμήθηκε ο τίτλος της καπετάνισσας. Η Μαντώ Μαυρογένους υπήρξε μια άλλη ηρωική μορφή, μια μεγάλη ηρωίδα της Ελληνικής επανάστασης του 21. ΄Ελαβε μέρος στις μάχες του Πηλίου, Φθιώτιδος και Ζητουνίου (Λαμίας) και πέθανε πάμπτωχη  στη Πάρο το 1840, αφού διέθεσε και αυτή, όπως και η Μπουμπολίνα ολόκληρη την περιουσία της στον αγώνα. Διέθεσε για τον αγώνα 700.000 γρόσια και το 1826 πούλησε όλα τα κοσμήματά της  για να περιθάλψει τους 2.000 Μεσολογγίτες που σώθηκαν από την έξοδο. Η Μόσχω Ταβέλλα, σύζυγος του ήρωα Λάμπρου Τσαβέλλα, αγωνίστηκε σκληρά. Στο πόλεμο του Σουλίου πολλές γυναίκες αγωνίστηκαν κάτω από τις διαταγές της. Η λαϊκή μούσα εξύμνησε αυτή της τη προσφορά με τους παρακάτω στίχους: Εδώ ειν’ το Σούλι το κακό./ Εδώ είν' το κακοσούλι / που πολεμούν μικρά παιδιά, γυναίκες σαν τους άντρες/ που πολεμάει η Τσαβέλαινα σαν άξιο παλικάρι. Ονομαστή Σουλιώτισσα η Χάιδω η θρυλική που εφοδίαζε με βόλια και νερό τους πολεμιστές την ώρα της μάχης και τους εμψύχωνε στον αγώνα. Όταν ο Αλής παρασπόνδησε και παρά τις υποσχέσεις του, να τους αφήσει ελεύθερους τους πολιορκουμένους να φύγουν από το Σούλι που το κρατούσαν για χρόνια ελεύθερο  χτύπησε τη Φάλαγγα του Κουτσονίκα στο Ζάλογγο οι Σουλιώτισσες  με τα παιδιά στην αγκαλιά τους έστησαν το χορό του θανάτου και με το τραγούδι στα χείλη «έχει γεια καημένε» κόσμε έπεφταν με τα παιδιά τους στο γκρεμό, προτίμησαν το θάνατο παρά να ζήσουν στη σκλαβιά. Το ίδιο έπραξαν και οι ηρωικές γυναίκες της Αραπίτσας όταν οι τελευταίοι υπερασπιστές σκοτώθηκαν στο Πύργο του Ζαχαράκη, προτίμησαν να γκρεμισθούν στο καταρράκτη της Αραπίτσας παρά να πέσουν στα χέρια των Τουρκαλβανών. Για την Κατερίνα Μακρυγιάννη που βρέθηκε να πολεμά τους Τούρκους συπτωματικά στο νταϊφά του αδερφού της συνέβη  αυτό που είναι ίσως παρατραβηγμένο και απίστευτο γεγονός. Το έτος 1786-1787 απόσπασμα από Αρβανίτες, πήγε στη στάνη του Μακρυγιάννη. Με την πρόφαση ότι ήταν τροφοδότης του κουμπάρου του κλέφτη Δίπλα, που είχε σκοτώσει ένα Μπουλούμπαση και τρεις Αρβανίτες, τους τσάκισε όλους στο ξύλο. Έσφαξαν 200 πρόβατα και του σκλάβωσαν τα παιδιά του Γιώργο και Κατερίνα. O Μακρυγιάννης, αρχιτσέλιγκας, ήταν πατέρας του Κατσαντώνη και είχε τέσσερα αγόρια τον Αντώνη (Κατσαντώνη) Το Γιώργο (Χασιώτη) το Xρήστο (Κούτσικο) και τον Κώστα (Λεπενιώτη). Είχε και μια κόρη την Κατερίνα. Το Γιώργο, οι Αρβανίτες τον πούλησαν στα Χάσια, σε κάποιον Αγά και την Κατερίνα, στον Αγά Τσούκα στην Άρτα. Μια μέρα ο Γιώργος το έσκασε από τον Αγά, πήγε κλέφτης και πήρε το όνομα Χασιώτης. Η Κατερίνα που πήρε το όνομα Τσίκα, όταν μεγάλωσε έμαθε από μια γριά χριστιανή ότι ήταν και αυτή Χριστιανή και κόρη του Αρχιτσέλιγκα Μακρυγιάννη. Τότε η Τσίκα ντύθηκε ανδρικά και τ’όσκασε, ζητώντας κλέφτικο μπουλούκι. Κατά τύχη έπεσε στο Κατσαντωνέϊκο και προσκολλήθηκε σ’ αυτό με το όνομα Δημήτρης. O Κατσαντώνης, μετά την εξομολόγηση της, όπως λέει και το παρακάτω Δημοτικό τραγούδι, την αναγνώρισε και την έστειλε στη Λευκάδα, στο σπίτι ενός φίλου του:  Ποιος είδε ψάρι στο βουνό, τη θάλασσα σπαρμένη. /Ποιος είδε κόρ’ ανύπαντρη, στα κλέφτηκα ντυμένη /Εγώ’ δα κόρ’ ανύπαντρη στα κλέφτηκα ντυμένη /Κανείς δεν την απείκασε από τη συντροφιά της /και μια Λαμπρή μια Κυριακή, μια πίσημη ημέρα /είχαν αρνιά που ψένανε, κριάρια σουβλισμένα /Βγήκαν να παίξουν τα σπαθιά, να ρίξουν στο λιθάρι /κι η κόρ’ από το τρέξιμο, κι’ η κόρ’ απ’ την ορμή της /κόπει το κομποθύλι της και φάνει το βυζί της. Αυτό ήταν η αιτία να την αναγνωρίσει ο αδελφός της. Επίσης στους εθνικούς αγώνες της φυλής μας διακρίθηκαν ηA.Παπαζόγλου που έλαβε μέρος στο Μακεδονικό αγώνα και η Μεσενικολίτισα Βασαρδάνη Ελένη που για την ηρωικότατα της και τη μεγάλη προσφορά στον αγώνα επονομάσθηκε Σουλιώτισσα. Και μιας και έγινε λόγος για το Μακεδονικό αγώνα αξίζει να αναφερθούμε εδώ για τη  περίφανη στάση και το ηθικό μεγαλείο της αδάκρυτης μάνας του Μακεδονομάχου  ήρωα Καπετάν Κώστα Γαρέφη, Ασημώ που σαν έμαθε το θάνατο του γιου της, σαν άλλη Σπαρτιάτισσα που έλεγε στο παιδί της  όταν πήγαινε στο πόλεμο. «το τάν ή επί τας», είπε και αυτή:  «Ο Κώστας μου πέθανε! Ζήτω η Μακεδονία μας! Μακάρι και τα΄ άλλα παιδιά μου να σκοτωθούν για τη σκλαβωμένη νύφη του Κώστα μου». Ας μην λησμονήσουμε και τις ηρωίδες γυναίκες της Πίνδου που στο πόλεμο του 1940 μέσα στα κρύα και στα χιόνια του χειμώνα κουβαλούσαν στους ώμους των πυρομαχικά και τρόφιμα στους φαντάρους μας που πολεμούσαν τον Ιταλικό φασισμό. Αν έρθουμε τώρα στα νεότερα χρόνια της μαύρης κατοχής, που όλα τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά, κατά τον Εθνικό μας ποιητή. Θα δούμε ότι και τότε οι γυναίκες δεν  υστέρησαν. Οργανωμένες στην Ε.Π.Ο.Ν έδειξαν με τους αγώνες τους ότι υπήρξαν αντάξιες των γυναικών του Σουλίου. Τα ηρωικά νιάτα που έβραζαν από το πόθο και την επιθυμία  να αγωνισθούν για να δουν λεύτερη την πατρίδα τους, δεν δίσταζαν να δώσουν ακόμη και το αίμα τους για την πολυπόθητη λευτεριά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αείμνηστη Κούλα Λίλη που σκαρφάλωσε σε ένα Γερμανικό τάνκ και επιτέθηκε με το παπούτσι στο χέρι στον οδηγό οπότε μια ριπή τη στέρησε τη ζωή της. Μια άλλη  γενναία επονίτισσα η Παναγιώτα Σταθοπούλου, προσπαθώντας να σκοτώσει το Γερμανό οδηγό συντρίφτηκε κάτω απ’ τις ερπύστριες ενός Γερμανικού τανκ και πόσες άλλες δεν έπεσαν θύματα στον αγώνα. Αρκετές ήταν οι επονίτισσες που εντάχθηκαν στον ένοπλο αγώνα και πολέμησαν τον κατακτητή με απαράμιλλο θάρρος και αυτοθυσία. Η Κούλα Ντάνου από τη Ρούμελη, η Κατίνα Πολύζου από τη Μακεδονία, η Μελπομένη Ξυνού από τη Θεσσαλία και αρκετές άλλες που ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Ας θυμηθούμε ακόμα την ηρωίδα δασκάλα Βαγγελιώ Κουσάντζα, από το Παλαμά Καρδίτσας που για την προσφορά της στο αγώνα την καταδίκασαν σε θάνατο και την εκτέλεσαν στη Λαμία μαζί με άλλους αγωνιστές που στήσανε όλοι ένα χορό, το χορό της λεβεντιάς και της αθανασίας. Το χορό του Ζαλόγγου σαν τις ηρωικές Σουλιώτισσες. Πρώτη έσυρε το χορό η Βαγγελιώ Κουσάντζα Μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, τραγουδώντας. «Έχετε για βρυσούλες, λόγγοι βουνά ραχούλες. /Στη στεριά δεν ζει το ψάρι, ούτε ανθός στην αμμουδιά /και οι Έλληνες δεν ζούνε δίχως την ελευτεριά». Μπροστά σε τέτοιο θέαμα το εκτελεστικό απόσπασμα που αποτελούνταν από φαντάρους του 106 τάγματος αρνήθηκε να πυροβολήσει και το μακάβριο τέλος έδωσαν δήμιοι μαυροσκούφηδες παρακρατικοί. Αυτοί οι αγώνες και αυτές οι θυσίες ανεβάζουν πολύ ψηλά τη γυναίκα στη συνείδηση του λαού μας.

 
< Προηγ.   Επόμ. >
spacer.png, 0 kB

© 2007 www.mesenikolas.gr | Developed and Hosted by Kataskevi eshop Plushost.gr | Supported by Fatsimare.gr