ΗΡΘΑΝ ΤΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ
Γράφει ο Χρήστος Μηλίτσης
Καλώς ήρθες χελιδόνι, όμορφο πουλί
Έλα τώρα στη φωλιά σου, που σε καρτερεί
Βρισκόμαστε στο δεύτερο δεκαήμερο του Μάρτη. Είναι νύχτα και δεν έχει φέξει ακόμη. Ο ουρανός πλημμυρισμένος από αστέρια είναι κατακάθαρος. Προμήνυμα ότι θα έχουμε καλή μέρα σήμερα. Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται λένε στο χωριό μου. Αχνοφέγγει και χαράζει σιγά-σιγά. Η νύχτα μαζεύει τα σκοτάδια της και τα αστέρια σβήνουν ένα-ένα στον ουρανό. Στον ορίζοντα εκεί βαθειά στην Ανατολή φαίνονται οι πρώτες χρυσοκίτρινες ηλιαχτίδες. Ο φλογερός δίσκος του ηλίου προβάλει κατακόκκινος. Ετοιμάζει το άρμα του για να καβαλήσει και διατρέξει το καθημερινό του δρομολόγιο που το χάραξε το Θεϊκό χέρι.. Στον ορίζοντα εκεί βαθειά στην Ανατολή φαίνονται οι πρώτες ηλιαχτίδες που χρυσίζουν τις κορυφές των βουνών. Σε λίγο νάτος ο ήλιος φαντάζει ολόκληρος, ανεβαίνει ψηλά και με τις ζωογόνες ακτίνες του σκορπίζει παντού σε βουνά και κάμπους τη ζεστασιά και τη θαλπωρή, Η Χαρούλα καλή και εργατική οικοκυρά σηκώθηκε, όπως έχει συνηθίσει πολύ πρωί και σήμερα. Είναι στη κουζίνα της και ετοιμάζει το πρωινό της φαμίλιας της. Είναι μέρα για δουλειά σήμερα, ο Μίμης ο άντρας της θα πηγαίνει στο αγρόκτημα και τα δύο του παιδιά πρέπει να ετοιμαστούν για το σχολείο. Άνοιξε το παράθυρο να ανανεώσει τον αέρα της κουζίνας και έξαφνα έβαλε μια χαρούμενη φωνή -ήρθαν τα χελιδόνια. Ο Μίμης και τα παιδιά της βρέθηκαν κοντά της. Κοιτούσαν χαρούμενα τα χελιδόνια που ήταν στη φωλιά τους που βρίσκονταν στην απέναντι κατοικία. Η κόρη της η Φανή που πήγαινε τώρα στη πέμπτη τάξη του Δημοτικού θυμήθηκε που είχε μάθει κάτι στο Νηπιαγωγείο για την άνοιξη και τα χελιδόνια, και αναφώνησε. Γλυκό του Μάρτη μίλημα. Θ’ ανθίσει η πασχαλιά. Θα λιώσουν τα’ άσπρα χιόνια. Θα ‘ρθουν τα χελιδόνια. Νάτα που μας ήρθαν τα Ευλογημένα. Τι χαρά που ένοιωσαν όλοι τους για τα χελιδονάκια που είναι οι προάγγελοι της άνοιξης; Ο Μίμης θυμήθηκε πως το περασμένο Σεπτέμβρη, τη μέρα του Σταυρού είχαν όλα τους μαζευτεί στα τηλεφωνικά σύρματα και το πρωί δεν βρέθηκε κανένα. Είχαν φύγει, όπως συνήθιζαν να ταξιδεύουν πάντοτε νύχτα για να αποφεύγουν το κίνδυνο απ’ τα αρπακτικά πουλιά. Πέταξαν για την Αραπιά. Κουραστικό και επικίνδυνο το πολυήμερο ταξίδι, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, αλλά ήταν αναγκαίο κακό. Εκεί θα εύρισκαν αρκετή τροφή, πολλά έντομα κουνούπια και μύγες πράγμα που θα τους έλειπε εδώ, γιατί οι βροχές, τα χιόνια και τα κρύα του χειμώνα δεν τα επέτρεπε να ζήσουν. Και νάτα τώρα ξαναγύρισαν να φέρουν τις χαρούμενες ανοιξιάτικες μέρες. Το χελιδόνι είναι πολύ εργατικό και άριστος μάστορας και τεχνίτης. Καθημερινά φέρνει με το ράμφος του μικρούς σβώλους από πηλό με τους οποίους κατασκευάζει τη φωλιά του. Εκεί το θηλυκό θα γεννήσει και θα κλωσήσει τα αυγά του. Το αρσενικό θα αναλάβει τη διατροφή του. Όταν σπάσουν το κέλυφος και βγουν τα νεογνά το ζευγάρι τα θρέφει εντατικά. Βιάζεται να τα μεγαλώσει για να είναι έτοιμα να τους ακολουθήσουν στο μεγάλο ταξίδι που θα’ρθει το Σεπτέμβρη. Τι χαρά που νοιώθουν τα παιδάκια όταν τα βλέπουν να πετούν συνέχεια και ακούνε τα χαρούμενα τιτιβίσματα τους; Ήρθε η Άνοιξη. Την έφεραν τα χελιδόνια. Πάνε τα χιόνια και τα κρύα του χειμώνα ήρθε γι αυτά ο καιρός για ξεγνοιασιά και παιχνίδι. Γεμάτες οι πλατείες και οι δρόμοι τού κάθε χωριού. Αυτά τα καλά φέρνει η άνοιξη. Οι προγονοί μας είχαν σκαρώσει έναν μύθο για την άνοιξη. Πίστευαν ότι η Δήμητρα, θεά της γεωργίας που τους είχε μάθει να σπέρνουν σιτάρι και δημητριακά είχε μια κόρη που την έλεγαν Περσεφόνη. Αυτή την αγάπησε, την έκλεψε ο Πλούτων, ο Θεός του Άδη και την πήρε μαζί του. Η Δήμητρα μεταμορφώθηκε σε γριά και πήρε δρόμους σε βουνά και κάμπους να τη βρει. Πληροφορήθηκε το γεγονός αυτό, από τον παντογνώστη ήλιο. Αποτάθηκε τότε στο Δία να την βοηθήσει και αφού εκείνος αδιαφόρησε, από τη μεγάλη της στεναχώρια δεν επέτρεψε στη γη να καρποφορήσει. Οι άνθρωποι άρχισαν να λιμοκτονούν και τότε ο Δίας ανάγκασε τον Πλούτωνα να την στέλνει μερικούς μήνες κάθε χρόνο στη μάνα της. ‘Έτσι σαν τη βλέπει η Δήμητρα δίνει την άδεια στη γη να βλαστήσει, να καρποφορήσει και να κάνει αυτόν τον ευχάριστο καιρό που όλους μας αρέσει και μας ενθουσιάζει. Έτσι πίστευαν γίνονταν οι εναλλαγές του χρόνου. Την άνοιξη γιορτάζει όλη η φύση. Η βλάστηση οργιάζει. Πρώτη ανθίζει η αμυγδαλιά. Η εξοχή πλημμυρίζει από λογής-λογής λούλουδα, Η ατμόσφαιρα μοσχοβολά από τα εύοσμα τριαντάφυλλα, τα κρινολούλουδα και από τις μοσχοϊτιές. Χαρά θεού παντού. Ο άνθρωπος ποθεί και ζητά την εξοχή. Εκεί ατενίζει και βλέπει με τα μάτια της ψυχής του τα θαυμαστά έργα του Θεού. Αισθάνεται το Μεγαλείο Του και αναφωνεί από το βάθος της καρδιάς του, «Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας». Η αμυγδαλιά, που όπως προαναφέραμε ανθίζει πρώτη, φορά το νυφικό της και εντυπωσιάζει κάθε περαστικό με τα αστραφτερά της άνθη. Είναι και αυτή ένας προάγγελος της άνοιξης που αντιπροσωπεύει το φυτικό κόσμο. Το χελιδόνι αντιπροσωπεύει το ζωικό. Τρέχει ολημερίς με ανοιχτό το στόμα του συλλαμβάνει έτσι χιλιάδες βλαβερά έντομα με τα οποία τρέφεται, κουνούπια, σκνίπες, μύγες κλ.π. Καθαρίζει την ατμόσφαιρα και συντελεί στην υγεία των ανθρώπων. Αυτό το περιμένει, το υποδέχεται με χαρά το παιδάκι το καλωσορίζει και το ρωτά Χελιδόνι μου γοργό που’ ‘ρθες απ’ την έρημο, τι καλά μας έφερες; και το χελιδόνι, όπως και κάθε άλλο άψυχο υλικό, που η λαϊκή μούσα του δίνει ανθρώπινη λαλιά του αποκρίνεται. Σας έφερα - την υγειά και τη χαρά και τα κόκκινα τ’ αυγά.
|