spacer.png, 0 kB
Τζον Τσίβερ: Το Σκουλήκι στο Μήλο Εκτύπωση E-mail
Το Σκουλήκι στο Μήλο (Τζον Τσίβερ - John Cheever)
Τίτλος του πρωτοτύπου: The Worm in the Apple
Μετάφραση: Βασίλης Κ. Μηλίτσης
Η οικογένεια Κράτσμαν ήταν πολύ, μα πολύ ευτυχισμένη και τόσο μετριοπαθής σ’ όλα της τα χούγια και τόσο ευχαριστημένη και της ερχόταν όλα πρίμα που μ’ ευκολία θα υποπτευόσουν πως υπήρχε ένα σκουλήκι στο ροδαλό μήλο τους και η ασυνήθιστη ροδαλότητα του φρούτου είχε σκοπό να αποκρύψει τη βαρύτητα και το βάθος της σαπίλας. Για παράδειγμα, το σπίτι τους στην οδό Χιλλ με όλες εκείνες τις τζαμαρίες στα παράθυρά τους. Ποιος άλλος από κάποιον που έχει σύμπλεγμα ενοχής θα ήθελε τόσο πολύ φως να μπαίνει στα δωμάτιά του; Κι εκείνη η μοκέτα που έπιανε από τοίχο σε τοίχο, λες κι έστω ένα εκατοστό γυμνού δαπέδου (όλο ήταν καλυμμένο) είχε σχέση με κάποια βαθιά ανάμνηση ανταποδοτικότητας και μοναξιάς.  Υπήρχε επίσης μια νεκροφιλική ζέση σχετικά με την κηπουρική. Γιατί άλλωστε να είναι τόσο ένθερμοι στο να σκάβουν λάκκους, να φυτεύουν σπόρους και να βλέπουν τα φυτά να μεγαλώνουν; Γιατί αυτή η νοσηρή φροντίδα με το χώμα; Εκείνη ήταν μια όμορφη γυναίκα με μια εκπληκτική χλομάδα που συχνά βρίσκεις σε μανιακούς. Ο Λάρι ήταν ένας μεγαλόσωμος άντρας, που συνήθιζε να δουλεύει στον κήπο χωρίς πουκάμισο, γεγονός που μπορεί να έδειχνε μια τάση νηπιακής επιδειξιμανίας. Μετακόμισαν χαρούμενοι στο Σέιντι Χιλλ μετά τον πόλεμο. Ο Λάρι είχε κάνει τη θητεία του στο Ναυτικό. Είχαν δύο χαρούμενα παιδιά: τη Ρέιτσελ και τον Τομ. Όμως είχαν κιόλας ορισμένες κακοτυχίες στη ζωή τους. Το πλοίο του Λάρι είχε βυθιστεί κατά τον πόλεμο και είχε περάσει τέσσερις μέρες στη Μεσόγειο πάνω σε μια σχεδία και τούτο σίγουρα θα τον έκανε σκεπτικιστή σχετικά με τις ανέσεις και τα παραδείσια πουλιά του Σέιντι Χιλλ και θα τάραζαν τον ύπνο του κάποιοι  βασανιστικοί εφιάλτες. Αλλά το σοβαρότερο ίσως ήταν το γεγονός ότι η Χέλεν ήταν πλούσια. Ήταν η μοναδική κόρη του γερο-Σίμπσον – ενός από τους τελευταίους βιομηχανικούς πειρατές – ο οποίος της άφησε ένα μεγαλύτερο εισόδημα απ’ ό, τι ο Λάρι θα μπορούσε ποτέ να κερδίσει από τη δουλειά του στους Μέλτσερ & Θο. Οι κίνδυνοι σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι γνωστοί. Εφόσον ο Λάρι δε χρειαζόταν να δουλεύει για να ζουν – εφόσον του έλλειπε κάθε κίνητρο – θα μπορούσε κάλλιστα  να ζει άνετα, να περνάει τον καιρό του αφιερώνοντας υπερβολικό χρόνο σε συνδέσμους του γκολφ και πάντα μ’ ένα ποτήρι στο χέρι. Η Χέλεν πάλι θα μπέρδευε την οικονομική με τη συναισθηματική ανεξαρτησία και θα ανέτρεπε τη λεπτή ισορροπία μέσα στο γάμο τους. Αλλά ο Λάρι δεν έδειχνε να έχει καθόλου εφιάλτες και η Χέλεν διένειμε το εισόδημά της σε φιλανθρωπικούς σκοπούς και ζούσε μια άνετη αλλά μετρημένη ζωή. Ο Λάρι πήγαινε στη δουλειά του κάθε πρωί με τέτοιον ενθουσιασμό που νόμιζες ότι προσπαθούσε να ξεφύγει από κάτι. Η συμμετοχή του στη ζωή της κοινότητας ήταν τόσο δραστήρια που θα πρέπει να μην είχε σχεδόν καθόλου χρόνο για αυτοκριτική. Ήταν πανταχού παρών: πήγαινε στην εκκλησία και κοινωνούσε συχνά, ήταν παίχτης στις πενήντα γυάρδες στο ποδόσφαιρο, έπαιζε όμποε στη Λέσχη Μουσικής Δωματίου, ήταν οδηγός του πυροσβεστικού οχήματος, ήταν μέλος του σχολικού συμβουλίου, και έπαιρνε των 8:03 για τη Νέα Υόρκη κάθε πρωί. Ποια ήταν λοιπόν η θλίψη που τον δραστηριοποιούσε; Ίσως ήθελε μεγαλύτερη οικογένεια. Γιατί να έχουν μόνο δυο παιδιά; Γιατί όχι τρία ή τέσσερα; Μήπως υπήρξε κάποιο ρήγμα στη σχέση τους μετά τη γέννηση του Τομ; Η Ρέιτσελ, η μεγαλύτερη από τους δυο, ήταν τρομερά χοντρή όταν ήταν κοριτσάκι και αρκετά επιθετική και παραδόπιστη. Κάθε άνοιξη συνήθιζε να βγάζει σέρνοντας έξω από το γκαράζ ένα παλιό τραπεζάκι τουαλέτας και να το βάζει πάνω στο πεζοδρόμιο με την επιγραφή: ΔΡοσεΡή ΛΕΜονΑΔΑ. 15 σεντς. Ο Τομ είχε αρπάξει πνευμονία όταν ήταν έξι ετών και παραλίγο να πεθάνει. Ανάρρωσε όμως χωρίς καθόλου ορατές επιπλοκές. Τα παιδιά μπορεί να αισθάνθηκαν κάποια επαναστατικότητα για τη συντηρητικότητα των γονιών τους, διότι πράγματι ήταν απαιτητικοί κομφορμιστές. Δύο αυτοκίνητα; Μάλιστα. Πάνε εκκλησία; Αδιάλειπτα κάθε Κυριακή γονατίζουν και προσεύχονται με θέρμη. Ενδυμασία; Δε θα μπορούσαν να είναι πιο σχολαστικοί στην τήρηση των κανόνων ευπρέπειας.  Λέσχες βιβλίων, τοπική τέχνη και σύλλογοι για λάτρεις μουσικής, αθλήματα και χαρτοπαίγνια – ήταν χωμένοι σ’ όλα μέχρι τα μπούνια. Αλλά αν τα παιδιά τους ήταν επαναστατικά, έκρυβαν την επαναστατικότητά τους και χαρούμενα έδειχναν ν’ αγαπούν τους γονείς τους και χαρούμενα να δέχονται την αγάπη τους, αλλά μπορεί μέσα σ’ αυτή την αγάπη να υπήρχε η πικρία κάποιας βαθιάς απογοήτευσης. Ίσως αυτός να ήταν ανίκανος. Ίσως αυτή να ήταν ανέραστη – αλλά μάλλον αδύνατον, μ’ όλη εκείνη τη χλομάδα. Όσοι από τον κύκλο τους αποπειράθηκαν ν’ απλώσουν τα ξερά τους πάνω σ’ εκείνη ή σ’ εκείνον, απωθήθηκαν όλοι. Τρόμαξαν; Ήταν τόσο σεμνότυφοι; Ήταν μονογαμικοί; Τι έκρυβε αυτή η φαινομενική ευτυχία; Καθώς τα παιδιά μεγάλωναν, θα μπορούσες να ψάξεις σ’ αυτά το σκουλήκι μέσα στο μήλο. Θα γίνονταν πλούσια, θα κληρονομούσαν την περιουσία της Χέλεν, και εδώ θα μπορούσαμε να δούμε, στρέφοντας την προσοχή μας σ’ αυτά, τη σκιά που τόσο συχνά πέφτει πάνω στα παιδιά που βασίζονται σε μια ζωή κοινωνικής σιγουριάς. Και οπωσδήποτε η Χέλεν αγαπούσε το γιο της υπέρ το δέον. Του αγόραζε ό, τι ήθελε. Πηγαίνοντάς τον κάποτε με το αυτοκίνητο στη σχολή χορού, ντυμένο με το μπλε σερζ κοστούμι του, εκστασιάστηκε τόσο πολύ από την αρρενωπή του κορμοστασιά καθώς ανέβαινε τα σκαλιά που έριξε το αμάξι κατευθείαν πάνω σε μια φτελιά.
Μια τέτοια ξετρελαμάρα έμελλε να τους βάλει σε μπελά. Κι επειδή ευνοούσε το γιο της ήταν επόμενο να μεροληπτεί κατά της κόρης της. Άκουσέ την. «Τα πόδια της Ρέιτσελ,» έλεγε, «είναι τεράστια, στην κυριολεξία τεράστια. Ποτέ δε βρίσκω παπούτσι στο νούμερό της.» Τώρα ίσως βρούμε το σκουλήκι. Σαν τις περισσότερες γυναίκες, είναι ζηλιάρα. Ζηλεύει την ίδια της την κόρη. Δε σηκώνει ανταγωνισμό. Θέλει να ντύνει την κόρη της με απεχθή ρούχα, να τυλίγει τα μαλλιά της με τον πιο αταίριαστο τρόπο και ολοένα να μιλάει για το νούμερο των παπουτσιών της μέχρι που το κακόμοιρο κορίτσι να μη θέλει να πάει σε χορούς ή, αν αναγκάζεται να το κάνει, να κάθεται και να μελαγχολεί στις γυναικείες τουαλέτες αγριοκοιτάζοντας τα τερατώδη πόδια της. Θα καταλήξει τόσο αξιοθρήνητη και τόσο μόνη που για να εκφραστεί, θα ερωτευτεί κάποιον ανισόρροπο ποιητή και θα πάει μαζί του στη Ρώμη, όπου θα ζήσουν μια άθλια ζωή με ποτό και κραιπάλη. Όταν όμως το κορίτσι μπαίνει στο δωμάτιο, είναι όμορφη και κομψά ντυμένη, και χαμογελάει στη μητέρα της με απόλυτη αγάπη. Μπορεί βέβαια τα πόδια της να είναι μεγάλα, αλλά το ίδιο μεγάλη είναι και η κορμοστασιά της. Ίσως πρέπει να ψάξουμε στο γιο για να βρούμε το ψεγάδι που ζητάμε. Και πράγματι υπάρχει ψεγάδι. Μένει στάσιμος στην πρώτη λυκείου και σαν αποτέλεσμα αισθάνεται αποξενωμένος από τους συμμαθητές του, και την επόμενη χρονιά τον βάζουν τυχαία να καθίσει σ’ ένα θρανίο κοντά στην Κάρι Γουίτσελ, η οποία είναι ένας λαχταριστός κόμματος στο Σέιντι Χιλλ. Όλοι γνωρίζουν τους Γουίτσελ και την όμορφη και μπριόζα κόρη τους. Οι Γουίτσελ πίνουν υπερβολικά και ζουν σ’ ένα από εκείνα τα ξύλινα σπίτια στο Μέιπλ Ντελλ. Το κορίτσι είναι πανέμορφο κι όλοι ξέρουν με τι πανουργία σχεδιάζουν οι γέροι γονείς της ν’ αναρριχηθούν βγαίνοντας από το Μέιπλ Ντέλλ με τη δύναμη της ολόλευκης σάρκας της κόρης τους. Τέλεια ευκαιρία! Θα ξέρουν βέβαια για τον πλούτο της Χέλεν. Στο σκοτάδι της κρεβατοκάμαράς τους θα υπολογίζουν τι διακανονισμό θα απαιτήσουν και στη δύσοσμη κουζίνα τους, όπου τρώνε,  θα νουθετούν την κόρη τους ν’ αφήσει το αγόρι να προχωρήσει μέχρις εκεί που αυτός θέλει. Αλλά ο Τομ τα χάλασε με την Κάρι με την ίδια ευκολία που την ερωτεύτηκε και κατόπιν τα έφτιαξε με την Κάρεν Στρόμπριτζ και τη Σούζι Μόρις και την Άννα Μάκεν, και μπορεί να σκεφτείς ότι ήταν άστατος, αλλά όταν ήταν δευτεροετής στο κολλέγιο ανακοίνωσε τους αρραβώνες του με την Ελίζαμπεθ Τράστμαν και μετά την αποφοίτησή του παντρεύτηκαν, και αφού μετά έπρεπε να υπηρετήσει τη θητεία του στο στρατό, αυτή τον ακολούθησε στη Γερμανία, όπου συνέχισαν τις σπουδές τους κι έμαθαν ξένες γλώσσες κι έκαναν φίλους κι έγιναν το καμάρι της πατρίδας τους. Η Ρέιτσελ δεν τα πήγε και τόσο καλά. Χάνοντας τα κιλά της, έγινε πολύ όμορφη και αρκετά έκλυτη. Άρχισε να πίνει και να καπνίζει και πιθανόν να πορνεύεται και η άβυσσος που χαίνει μπροστά από μια όμορφη και ασυγκράτητη νεαρή γυναίκα είναι απύθμενη. Τι άλλο, εκτός από τύχη, την εμπόδισε να καταλήξει κονσοματρίς σε σκυλάδικο της Τάιμς Σκουέαρ; Και τι θα ένιωθε ο άμοιρος πατέρας της να βλέπει τη φάτσα της κόρης του, με τα στήθη της καλυμμένα μ’ ένα τούλι, να τον κοιτάζει βουβά ένα βροχερό πρωινό μέσα από εκείνες τις βιτρίνες; Αυτό που έκανε όμως ήταν να ερωτευθεί με το γιο του γερμανού κηπουρού των Φαρκάρσον. Αυτός είχε έρθει στις Ηνωμένες Πολιτείες με το νόμο ποσόστωσης για αναγκαστικούς μετανάστες μετά τον πόλεμο. Τον έλεγαν Έρικ Ράινερ, και για να είμαστε δίκαιοι, ήταν ένας εξαιρετικός νέος και απέβλεπε στις ΗΠΑ έναν πραγματικά Καινούριο Κόσμο. Οι Κράτσμαν πρέπει να στενοχωρήθηκαν για την επιλογή της Ρέιτσελ – να μην πούμε πως ένιωσαν συντετριμμένοι – αλλά έκρυψαν τα αισθήματά τους. Οι Ράινερ δεν τα έκρυψαν. Το εργατικό τούτο ζευγάρι γερμανών θεώρησε έναν τέτοιο γάμο ανάρμοστο και καμένο χαρτί. Σε μια φάση, ο πατέρας χτύπησε το γιο του στο κεφάλι μ’ ένα καυσόξυλο. Όμως το νεαρό ζευγάρι συνέχιζε να συναντιέται και γρήγορα κλέφτηκαν. Αναγκάστηκαν να το κάνουν. Η Ρέιτσελ ήταν τριών μηνών έγκυος. Ο Έρικ ήταν τότε πρωτοετής στο Ταφτς, όπου σπούδαζε με υποτροφία. Τα χρήματα της Χέλεν ήρθαν στην προκειμένη περίπτωση πάνω στην ώρα. Μπόρεσε να νοικιάσει ένα διαμέρισμα στη Βοστόνη για το νεαρό ζευγάρι και να τους πληρώνει τα έξοδα. Το ότι το πρώτο τους εγγόνι γεννήθηκε πρόωρο δεν φάνηκε να ενοχλεί τους Κράτσμανς. Όταν ο Έρικ αποφοίτησε από το κολλέγιο πήρε μια υποτροφία έρευνας από το ΜΙΤ (Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης) και απόκτησε διδακτορικό στη Φυσική και έγινε δεκτός σαν διδάκτορας στο τμήμα. Είχε τα προσόντα να προσληφθεί στη βιομηχανία με μεγαλύτερες αποδοχές αλλά του άρεσε να διδάσκει, η δε Ρέιτσελ ήταν ικανοποιημένη  στο Κέιμπριτζ, όπου έμεναν. Με τα λατρευτά τους παιδιά μακριά τους, μπορεί κανείς να θεωρήσει αναμενόμενο ότι οι Κράτσμαν θα πλήττονταν από τη διαβόητη πνευματική πενία της ηλικίας τους και των παρελκόμενων αυτής – το σκουλήκι μέσα στο μήλο επιτέλους θα έκανε την εμφάνισή του – μολονότι παρατηρώντας αυτό το συμπαθέστατο ζευγάρι να διασκεδάζει τους φίλους του ή να διαβάζει τα βιβλία που απολάμβαναν, θα αναρωτιόταν κάποιος μήπως άραγε το σκουλήκι ήταν στο μάτι του παρατηρητή, ο οποίος,  πες από ατολμία ή από ηθική δειλία, δεν μπορούσε να συλλάβει το φάσμα του έμφυτου ενθουσιασμού τους και δεν εννοούσε να δεχτεί ότι, ενώ ο Λάρι δεν έπαιζε πολύ καλά ούτε Μπαχ ούτε ποδόσφαιρο, η ευχαρίστησή του και στα δυο ήταν γνήσια. Τουλάχιστον θα περίμενες να δεις σ’ αυτούς τη φυσιολογική φθορά του χρόνου, αλλά είτε από τύχη ή σαν αποτέλεσμα της μετρημένης και υγιεινής ζωή τους, δεν έχασαν ούτε τα δόντια τους ούτε τα μαλλιά τους. Η Λυδία λίθος της ευεξίας τους παρέμεινε δραστική, και ενώ ο Λάρι σταμάτησε να οδηγεί το πυροσβεστικό, συνέχιζε να πηγαίνει στην εκκλησία και να κοινωνεί, να παίζει στις πενήντα γυάρδες, να παίρνει των 8:03, να είναι μέλος της Λέσχης Μουσικής Δωματίου, και με τη βοήθεια της προνοητικότητας και οξυδέρκειας του χρηματιστή της Χέλεν, συνέχιζαν να πλουτίζουν και να πλουτίζουν και να πλουτίζουν, και να ζούμε εμείς καλά κι εκείνοι πολύ καλύτερα.

John William Cheever (27 Μαΐου 1912 – 18 Ιουνίου 1982) Αμερικανός μυθιστοριογράφος και διηγηματογράφος, επικαλούμενος ο Τσέχωφ των προαστίων. Βλέπε Wikipedia.
 
< Προηγ.   Επόμ. >
spacer.png, 0 kB

© 2007 www.mesenikolas.gr | Developed and Hosted by Kataskevi eshop Plushost.gr | Supported by Fatsimare.gr